Tο ηλεκτρικό ρεύμα στην Ελλάδα ήταν ήδη και συνεχίζει να είναι ακριβό. Από τα πιο ακριβά στην Ευρώπη παρά τις νομοθετικές απόπειρες κυβερνητικού ελέγχου στην κυμαινόμενη τιμή μεγαβατώρας, όπως δια της επιβολής τιμολογίων διαφορετικού τύπου και χρωματισμού που ισχύει από την Πρωτοχρονιά του 2024.

Το υψηλό αυτό κόστος για τον οικιακό προϋπολογισμό αποτυπώνεται εξάλλου στον συγκριτικό χάρτη που ανανεώνει, σε ημερήσια, μηνιαία και ετήσια βάση, η Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας. Τα στοιχεία είναι απολύτως κατατοπιστικά για το ισχύει ανά χώρα, με την Ισπανία και την Πορτογαλία να παρέχουν σταθερά τη φθηνότερη ηλεκτρική ενέργεια συγκριτικά με όλες τις υπόλοιπες.

Η «φουσκωμένη» αξία του ρεύματος εντός της επικράτειας επιδρά αναπόφευκτα στον ήδη πληγωμένο -εξαιτίας και της ακρίβειας βασικών αγαθών- οικιακό προϋπολογισμό του εκάστοτε μήνα και «φτωχοποιεί» (και) ενεργειακά τον καταναλωτή. Δεν έχει τη δυνατότητα δηλαδή να χρησιμοποιεί την ενέργεια όποιας μορφής (θέρμανση, ψύξη, φωτισμός, κλπ) τού είναι απαραίτητη για την καθημερινότητά του, γεγονός που έχει συνδεθεί πλέον, ως παράγοντας επηρεασμού, τόσο με σωματικές όσο και ψυχικές ασθένειες – από άσθμα και καρδιοπάθειες μέχρι κατάθλιψη.

Οι δημοσιευμένοι αριθμοί σε αυτήν την περίπτωση δεν δείχνουν οίκτο. Λειτουργούν ως ο κατάλληλος μεγεθυντικός φακός ενός προβλήματος ζωτικής σημασίας και εκθέτουν την πραγματικότητα. Είναι χαρακτηριστικό πως για το 2022 το 18.7% των ελληνικών νοικοκυριών που δεν είχαν τη δυνατότητα να κρατήσουν επαρκώς θερμαινόμενο το σπίτι τους ήταν, βάσει των διαθέσιμων δεδομένων, το τρίτο μεγαλύτερο ποσοστό σε όλη την Ευρώπη, όταν το αντίστοιχο του 2020 ήταν κατά 1.6% χαμηλότερο (17.1%) και κατέτασσε την Ελλάδα στη πέμπτη από το τέλος θέση.

Κατ’ άλλους φορείς είναι τουλάχιστον δύο στα δέκα (πάνω από 20%) τα σπίτια που δεν είναι σε θέση ν’ ανταποκριθούν οικονομικά και προσπερνούν υποχρεωτικά την ανάγκη.

Οι ενεργειακές κοινότητες και ο σκοπός τους

Δεν είναι ψέμα ότι ο Έλληνας «υποφέρει» ενεργειακά και εξ ανάγκης τα τελευταία χρόνια αναζητά εναλλακτικές διεξόδους προκειμένου να καλύπτει επαρκώς το επιβεβλημένο, είτε τον χειμώνα είτε το καλοκαίρι, μειώνοντας όσο είναι εφικτό το εν λόγω έξοδο. Πιθανόν από άγνοια ή έλλειψη ενημέρωσης και προβολής πρωτοποριακές λύσεις δεν έχουν τεθεί υπ’ όψιν του προκειμένου να εξεταστούν.

Η συμμετοχή σε ενεργειακές κοινότητες και η αξιοποίηση καθαρών ή ανανεώσιμων πηγών για την παραγωγή ηλεκτρικού που απευθύνεται ως επί το πλείστον σε ιδιοκατανάλωση, δεν είναι μια φρέσκια συνθήκη. Έχουν μεσολαβήσει τουλάχιστον έξι χρόνια πλέον από τη θέσπιση αυτών των πρώτων αστικών συνεταιρισμών με σκοπό την χρήση των ΑΠΕ έτσι ώστε να εκμηδενιστεί ει δυνατόν η ετήσια δαπάνη (οικογενειών και μικροεπιχειρήσεων) προς τον εκάστοτε πάροχο ρεύματος. Ή, από την άλλη (και γιατί όχι), ν’ αυξηθεί το εισόδημα των μετόχων-μελών μέσα από μια αυθεντική μορφή αλληλέγγυας οικονομίας που βοηθάει σε μεγάλο βαθμό τα «πληγωμένα» από την κρίση νοικοκυριά ν’ ανταπεξέλθουν στις υποχρεώσεις τους.

Συνεπακόλουθο της συλλογικής αυτής δράσης είναι η -έστω αργοπορημένη- προστασία του περιβάλλοντος και η απαραίτητη προώθηση της αειφορίας, σε μια περίοδο που η κλιματική κρίση έχει βρεθεί στον πυρήνα της παγκόσμιας κουβέντας, γίνεται προσπάθεια να μειωθεί -δραστικά- το αποτύπωμα των ορυκτών καυσίμων (λιγνίτης, πετρέλαιο κ.α.) κι ευνοείται η ομαλότερη μετάβαση στο επόμενο στάδιο οικονομίας παράλληλα με την ενθάρρυνση της ενεργειακής δημοκρατίας.

Ο «εκδημοκρατισμός» αυτός στον τομέα της ενέργειας έχει υιοθετηθεί από κοινωνικούς και περιβαλλοντικούς φορείς που διεκδικούν επί σειρά ετών την επιβολή μιας απαιτούμενης ισορροπίας στην αγορά προς χάριν των απροστάτευτων καταναλωτών έναντι των «μεγάλων παικτών» που κυριαρχούν αναπόφευκτα και δρουν πολλές φορές ανεξέλεγκτα. Γι’ αυτό θεωρείται πως είναι η θεμελιώδης προϋπόθεση για την διασφάλιση της ισονομίας και της δικαιοσύνης στην παραγωγή και κατ’ επέκταση την παροχή ρεύματος σε τρίτους.

Κατά πλειονότητα μια ενεργειακή κοινότητα ασχολείται με φωτοβολταϊκά συστήματα, αποτελούμενα από πάνελ συγκέντρωσης ηλιακού φωτός, σε κτήρια ή πάρκα. Εξ αυτών προκύπτει η εικονική αυτοπαραγωγή των μελών, είτε αφορά ιδιώτες είτε επιχειρηματίες μικρής και μέσης κλίμακας. Προβλέπεται παρόλα αυτά η δυνατότητα δημιουργίας αιολικών πάρκων από κοινότητες ή ολόκληρους δήμους, σταθμών βιομάζας/βιοαερίου από αγροτικές κοινότητες, θερμοκηπίων και εγκαταστάσεων ανανεώσιμων πηγών για συμπαραγωγή ή αποθήκευση ενέργειας, όπως επίσης και μονάδων αφαλάτωσης. Αρκεί να υπάρχει ο κατάλληλος τεχνολογικός εξοπλισμός που στην πλειονότητα των περιπτώσεων λείπει.

Πώς λειτουργούν

Όπως ορίζεται από το (ανανεωμένο) νομικό πλαίσιο του 2023 η κάθε ενεργειακή κοινότητα είναι μια νομική οντότητα που «έχει ως πρωταρχικό σκοπό να προσφέρει περιβαλλοντικό, οικονομικά και κοινωνικό όφελος και όχι οικονομικό κέρδος» στα μέλη της ή τις τοπικές περιοχές δραστηριοποίησής της.

Πρόκειται για συνεταιρισμό που κατ’ ελάχιστον αριθμεί τριάντα μέλη και θέτει ως βάση συμμετοχής τα 100 ευρώ. Εξαίρεση αποτελούν οι ΕΚΠ με έδρα σε νησί πληθυσμού μικρότερου των 3.100 κατοίκων, στις οποίες τα λιγότερα μέλη είναι είκοσι, ή οι ΕΚΠ τουλάχιστον δεκαπέντε νομικών προσώπων δημοσίου ή ιδιωτικού δικαίου. Φυσικά ένα μέλος μιας ΕΚΠ δεν δύναται να συμμετέχει σε μια δεύτερη της ίδιας περιφέρειας – εκτός αν πρόκειται για αγροτικούς συνεταιρισμούς.

Από ‘κει και πέρα, κάθε συμμετέχων μπορεί να είναι κάτοχος ποσοστού όχι μεγαλύτερου του 20%, εξαιρουμένων των ΟΤΑ που φτάνουν ως το 40%. Ανεξαρτήτως πάντως του ποσοστού συμμετοχής, κάθε μέλος έχει δικαίωμα χρήσης μιας και μόνο ψήφου.

Οι ενεργειακές κοινότητες στην Ελλάδα του 2024

Η επικοινωνία του Βήματος με μέλη – ιδρυτικά στελέχη ενεργειακών κοινοτήτων ανά την Ελλάδα ήταν απαραίτητη για να απαντηθούν απορίες και να αναλυθεί επαρκώς το υπάρχον status quo. Όπως η Ιωάννα Αγγελάκη, εκπροσωπώντας την Κοινέργεια – Ενεργειακή Κοινότητα Ηπειρωτών, μάς πληροφόρησε ότι «η ένταξη στην κοινότητα είναι μια πολύ απλή διαδικασία. Απαιτείται μια αίτηση, η κατάθεση της υποχρεωτικής συνεταιριστικής μερίδας και η έγκριση του υπάρχοντος ΔΣ». Χωρίς πολλή «χαρτούρα» ή άλλες κουραστικές γραφειοκρατικές διαδικασίες.

Η εν λόγω ενεργειακή κοινότητα ιδρύθηκε το 2021 με έδρα τα Ιωάννινα από μια ομάδα κρούσης πέντε ατόμων τότε, αριθμεί σήμερα 60 μέλη (φυσικά πρόσωπα ή μικρομεσαίες επιχειρήσεις της περιοχής) και διαθέτει δύο ενεργά έργα ισχύος 100 KW σε Κουτσελιό (επί εδάφους) και Μπάφρα (επί κτηρίου). «Βασικό κίνητρο αποτέλεσε η παραγωγή και ιδιοκατανάλωση καθαρής και φθηνής ενέργειας, με σκοπό να επιτύχουμε την προώθηση της ενεργειακής δημοκρατίας και της αλληλέγγυας οικονομίας, βάζοντας την πολύπαθη από τις εξορύξεις Ήπειρο στο προσκήνιο», υπογράμμισε κατόπιν η συνομιλήτριά μας.

Με απλά λόγια «θέλαμε να φέρουμε το καλό παράδειγμα παρέχοντας σε πρώτη φάση οφέλη στα μέλη μας και σε δεύτερο, πιο βασικό επίπεδο, να φέρουμε όφελος περιβαλλοντικό, κοινωνικό και οικονομικό στον ευρύτερο πληθυσμό των Ιωαννίνων». Μάλιστα τα αποτελέσματα, όπως μάς μεταφέρθηκε χαρακτηριστικά, είναι παραπάνω από ικανοποιητικά, δεδομένου πως «δεν έχουμε καν κλείσει τον πρώτο χρόνο λειτουργίας των δύο έργων κι στο ένα έχουμε ξεπεράσει τις αναμενόμενες κιλοβατώρες που είχαμε υπολογίσει σε ετήσια βάση».

«Υπήρχε μια δυσπιστία»

Η κ. Αγγελάκη κατέχει διπλή ιδιότητα, ως εργαζόμενη σε υποστηρικτικό φορέα, άρα και την ευχέρεια «να βλέπουμε εκ των έσω τι επικρατεί και τι προβλήματα αντιμετωπίζουμε». Αναγνώρισε με ειλικρίνεια στην κουβέντα μας ότι «στην αρχή τα πράγματα ήταν πιο δύσκολα δεδομένου ότι ήταν ένα καινούργιο μοντέλο και υπήρχε μια δυσπιστία που αποτελεί γενικό φαινόμενο, δεν αφορά μόνο τον πληθυσμό εδώ».

Όφειλαν η ίδια και τα υπόλοιπα μέλη να εξηγήσουν με σαφήνεια «τι θα γίνει, πώς επενδύουμε σε αυτό, πώς λειτουργεί και τι σημαίνει σε προσωπικό επίπεδο από άποψη υποχρεώσεων και δικαιωμάτων». Η δυσπιστία και η άγνοια «καταπολεμήθηκαν» με ημερίδες και συχνές ενημερώσεις επί του αντικειμένου. Το αποτέλεσμα; «Να κάμπτονται οι όποιες αμφιβολίες» πλέον και το ενδιαφέρον να αυξάνεται σταδιακά, κυρίως από νέους ή νέες που εκδηλώνουν την επιθυμία «να συμμετέχουν σ’ ένα μελλοντικό έργο, να ενταχθούν ως μέλη και να περιμένουν μέχρι να φτιάξουμε το επόμενο».

Όπως ανέλυσε, ένα μεγάλο θέμα είναι το ασταθές φάσμα που εντός εξαετίας έχει αλλάξει τρεις φορές. Η τελευταία παρέμβαση συνέβη την άνοιξη του 2023. Κατά την κ. Αγγελάκη «το  πρώτο θεσμικό πλαίσιο για την ίδρυση ενεργειακών κοινοτήτων στην Ελλάδα ήταν αρκετά ολοκληρωμένο και φιλικό. Υπήρχαν σίγουρα κάποια θέματα που έχρηζαν βελτιστοποίησης, αλλά πάνω σε αυτό δημιουργήθηκαν πολλές και καλές ενεργειακές κοινότητες».

Αντιθέτως «ο νέος νόμος του 2023, που πρακτικά ενσωμάτωσε τις δύο ευρωπαϊκές οδηγίες στο εθνικό πλαίσιο, θα έλεγα ότι έχει αναταράξει και δεν έχει βοηθήσει την περαιτέρω ανάπτυξη του θεσμού στην Ελλάδα» ανέφερε χαρακτηριστικά.

«Να δούμε στην πράξη τα μέτρα στήριξης»

Ζητούμενο σε κάθε περίπτωση είναι «τα σχήματα αυτά να περικλείονται από σταθερότητα. Και όταν, πόσο μάλλον το θεσμικό πλαίσιο που είναι ο κορμός τους, αλλάζει συνεχώς, έστω και σε μικρό βαθμό, δημιουργούνται αναταράξεις. Μην ξεχνάμε πως πρόκειται για εγχειρήματα που αποτελούνται από πολίτες και όχι επιχειρήσεις με πολύ πιο γρήγορα αντανακλαστικά. Άρα μέχρι να εξηγηθεί τι σημαίνει ότι μπορεί να αλλάξει ο εικονικός ενεργειακός συμψηφισμός, ευνοείται η ανάπτυξη ενός συναισθήματος ανασφάλειας» εντός της κάθε κοινότητας. Μια ανασφάλεια που εν τέλει αυξάνει τον βαθμό δυσκολίας στη λήψη αποφάσεων.

Γι’ αυτό και μοιάζει αναγκαία «μία σταθερά ευνοϊκή και προστατευτική στάση έτσι ώστε να λειτουργήσουν με τρόπο που θα οδηγήσουν στην ένταξη νέων μελών». Και ταυτόχρονα θα ξεπεραστούν πολλά εμπόδια τόσο σε τεχνικό επίπεδο όσο και σε γραφειοκρατικό, καθώς «η διαδικασία ίδρυσης και σύστασης παραμένει περίπλοκη και χρονοβόρα, καθώς μεσολαβούν 4-6 μήνες».

Η κ. Αγγελάκη δεν υπήρξε πάντως ισοπεδωτική. Ομολόγησε ότι το Υπουργείο Ενέργειας επενέβη γρήγορα και δραστικά προκειμένου να επιλυθεί το εκκρεμές ζήτημα του συμψηφισμού. Υπήρχαν δηλαδή «εξηλεκτρισμένα έργα για τουλάχιστον δώδεκα μήνες, για τα οποία ναι οι πάροχοι είχαν υπογράψει μια σύμβαση, και μέχρι πριν από κάποιες βδομάδες οι πολίτες – συνεταίροι δεν επωφελούνταν πρακτικά συνεχίζοντας να πληρώνουν κανονικά τους λογαριασμούς τους κανονικά, σαν να μην έχει προηγηθεί αυτή η επένδυση».

Η μάχη κατά της ενεργειακής ένδειας

Όπως επικουρικά επεσήμανε η συνομιλήτριά μας «υπάρχουν και κάποιες καλές διατάξεις» στο νέο πλαίσιο. Μεταξύ αυτών «η ένταξη των ενεργειακών κοινοτήτων στον αναπτυξιακό νόμο και τα οικονομικά μέτρα στήριξης» που προβλέπονται πλέον. Υπό την προϋπόθεση φυσικά πως «εφεξής θα το δούμε και στην πράξη» αυτές τις διευκολύνσεις με απώτερο στόχο όχι τόσο τα έργα κατασκευής φωτοβολταϊκών, η τιμή των οποίων ούτως ή άλλως έχει αρχίσει να μειώνεται, όσο τη βοήθεια συμπερίληψης περισσότερων ευάλωτων νοικοκυριών σε όλο αυτό.

Ούτως ή άλλως «οι ενεργειακές κοινότητες προβλέπεται να βοηθήσουν στην καταπολέμηση της ενεργειακής ένδειας» σύμφωνα με το μέλος της Κοινέργειας.

Ήδη η κοινότητα, κατόπιν απόφασης της ΓΣ, με τη βοήθεια του Δήμου Ιωαννιτών και την υποστήριξη του Ιδρύματος Μποδοσάκη, εντάσσει σε ένα από τα δύο υπάρχοντα έργα ένα ενεργειακά ευάλωτο νοικοκυριό προκειμένου να λαμβάνει δωρεάν ενέργεια για τα επόμενα 25 χρόνια! Την ίδια στιγμή αποπειράται να προχωρήσει ένα βήμα παραπέρα και σχεδιάζει, χάρη στην υποστήριξη ενός γερμανικού φορέα και του ιδρύματος Ωνάση, το πρώτο κοινοτικό αγροφωτοβολταϊκό προκειμένου να συνδυαστεί η παραγωγή ενέργειας με την παραγωγή τροφής.

«Προσπαθούμε να βρούμε τον κατάλληλο χώρο και να δούμε πώς τα παραγόμενα λαχανικά θα διαμοιράζονται στην τοπική κοινωνία και πού θα δίνεται αυτή η ενέργεια. Γιατί ναι μεν θα το κατασκευάσει η Κοινέργεια, αλλά θέλουμε να καταλήξει προς όφελος κάποιας δομής του Δήμου».

«Σκέφτονταν ό,τι κάτι κρύβεται από πίσω»

Ο Χαράλαμπος Γιαννόπουλος είναι ο πρόεδρος της ενεργειακής κοινότητας ΜΙΝΩΑ με έδρα την Κρήτη. Δήμαρχος του πληγωμένου Αρκαλοχωρίου επί 20ετία, κατανόησε πολύ νωρίς τη δυνατότητα αξιοποίησης των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας προς ωφέλεια των πολιτών. Με κεντρικό σύνθημα το «ρεύμα δεν είναι απλά φθηνό, είναι δικό σου» η -βραβευμένη για την καινοτομία της από την Ευρώπη- ΜΙΝΩΑ αριθμεί σήμερα περισσότερα από χίλια μέλη και λογίζεται ως η πολυπληθέστερη ενεργειακή κοινότητα στην ελληνική επικράτεια.

«Τέτοια ανταπόκριση δεν την περίμενα», παραδέχθηκε διότι «στην αρχή πέφταμε πάνω στην άποψη πως »είναι πολύ καλό για να είναι αληθινό»». Είναι ακριβώς η ίδια δυσπιστία που συνάντησε στο ξεκίνημά της η Κοινέργεια στην άλλη άκρη της Ελλάδας. «Σκέφτονταν ότι κάτι θα κρύβεται από πίσω όταν τούς έλεγες πως αν δώσει τρεις χιλιάδες ευρώ μπορεί να έχει δωρεάν ρεύμα για 25 χρόνια» συμπλήρωσε ο κ. Γιαννόπουλος. «Φτιάξαμε όμως μια πολύ ισχυρή ομάδα από πρόσωπα κύρους και εμπιστοσύνης, πανεπιστημιακούς, ερευνητές και επαγγελματίες, που αποτέλεσαν μια κρίσιμη μάζα που λειτούργησαν σαν πυροκροτητής κι έπεισε τον κόσμο για το τι κάνουμε».

Επειδή όμως «ο κόσμος πείθεται κυρίως με έργα» η ΜΙΝΩΑ έχει ήδη ολοκληρώσει τα πρώτα δύο δικά της στη θέση Σαραφαλή Μάνδρα, υλοποιεί το τρίτο που υπολογίζεται από τον επικεφαλής ότι θα έχει τελειώνει μέσα στον επόμενο μήνα, έχουν καλυφθεί οι αιτήσεις για το τέταρτο και σχεδιάζει σταδιακά το πέμπτο και το έκτο κατά σειρά. Τα προσκόμματα, κατά τον συνομιλητή μας, υψώνονται όταν δεν βρίσκεται ο απαιτούμενος ηλεκτρικός χώρος γιατί είτε α) «μας καθυστερεί ο ΔΕΔΔΗΕ» είτε «έχουμε άλλα προβλήματα που αυξάνονται αντί να αρθούν από τη νέα νομοθεσία που ψηφίστηκε βάσει των ευρωπαϊκών οδηγιών».

«Ενεργειακή μετάβαση με δικαιοσύνη»

«Η χώρα δεν πάσχει από νόμους, αλλά από την εφαρμογή τους. Παράγονται νόμοι στη Βουλή, αλλά αφήνονται σαν τα έκθετα παιδιά στους δρόμους» ανέφερε σχηματικά ο πρόεδρος της ενεργειακής κοινότητας, υποστηρίζοντας πως ενώ «ο 4513/2018 ήταν άριστος» δεδομένου πως «άφηνε τις ενεργειακές κοινότητες ανοικτές και προσβάσιμες στον κάθε πολίτη προκειμένου να προωθηθεί η αλληλέγγυα οικονομία» η μεταβολή που επήλθε γέννησε συνθήκες κερδοσκοπίας κι έδαφος για καιροσκόπους, με συνέπεια σε κάμποσα σημεία του «ο θεσμός να έχει διαβρωθεί».

«Η ενεργειακή μετάβαση πρέπει να γίνει με δημοκρατία με δικαιοσύνη και χωρίς αποκλεισμούς. Ο θεσμός των πραγματικών, των αυθεντικών ενεργειακών κοινοτήτων αυτό πρεσβεύει. Αυτό είναι το όχημά μας», μάς μετέφερε ο κ. Γιαννόπουλος επιμένοντας σε αύξηση του αριθμού των μελών που θα υπερβεί ενδεχομένως τον τριψήφιο αριθμό.

«Τότε αποκτά κοινωνικό χαρακτήρα και αφήνει κοινωνικό αποτύπωμα», συμπλήρωσε δηλώνοντας περήφανος όπως επεσήμανε για το γεγονός πως η ΜΙΝΩΑ ήταν «μια λαϊκή πρωτοβουλία στην οποία οι πιο εύποροι βοήθησαν τους φτωχότερους να συμμετάσχουν έτσι ώστε μετά το πρώτο έργο να έχουν πλέον δωρεάν ρεύμα».

Το παράδειγμα μιας τετραμελούς οικογένειας

Σε αυτό το σκέλος του «δωρεάν ρεύματος» ο πρόεδρος της ΜΙΝΩΑ χρησιμοποίησε μολύβι και χαρτί εμβαθύνοντας σε οικονομικά στοιχεία «που είναι πιο μετρήσιμα». Γιατί στο τέλος της ημέρας είναι αυτά που ανταποδίδουν τον κόπο και την επένδυση.

Όπως επικαλέστηκε ο κ. Γιαννόπουλος «μια τετραμελής οικογένεια με σπίτι 100-120 τμ καταναλώνει κατά μέσο όρο τρία κιλοβάτ. Με 1.100 ευρώ το κιλοβάτ στην κοινότητα, μια τιμή πολύ χαμηλή συγκριτικά με τουλάχιστον 1.500 ευρώ που θα του κοστίσει αν προχωρήσει κάποιος μόνος του προσθέτοντας πάνω σε αυτό το ΦΠΑ και όλα τα έξοδα συντήρησης της μονάδας, η οικογένεια αυτή θα χρειαστεί να πληρώσει 3.300 ευρώ μία φορά και δεν θα κληθεί να πληρώσει ξανά ρεύμα για τα επόμενα 25 χρόνια».

«Ακόμη», προσέθεσε ότι, «αν στην πορεία διαπιστωθεί πως χρειάζεται περισσότερη ενέργεια τής αρκεί μια αίτηση προκειμένου να της δοθεί στην αμέσως επόμενη αναπροσαρμογή». Όπως επίσης «παρέχεται την ίδια στιγμή η δυνατότητα να διοχετευθεί ένα μέρος της ενέργειας που περισσεύει σε άλλα σπίτια ανά την επικράτεια, καλύπτοντας πιθανές ανάγκες παιδιών που σπουδάζουν επί παραδείγματι στη Θεσσαλονίκη και στην Πάτρα. Ένα όφελος τεράστιο για τον οικογενειακό προϋπολογισμό. Ή τέλος να μεταφερθεί το δικαίωμα παροχής, σε περίπτωση που αποφασιστεί μετακόμιση σε άλλη οικεία. Παίρνεις δηλαδή την ενέργεια μαζί σου όπου κι αν πας».

«Από τον πολίτη για τον πολίτη»

Σε κάθε περίπτωση αποτυπώνεται στα λεγόμενα των μελών των ενεργειακών κοινοτήτων πως το νομικό πλαίσιο είναι σημαντικό έτσι ώστε να λειτουργεί ως δικλείδα προστασίας τους κι όχι να εμποδίζει την εξέλιξή τους προς όφελος τρίτων. «Όχι η συνεργασία με τον ΔΕΔΔΗΕ δεν είναι η καλύτερη», ομολόγησε ο κ. Γιαννόπουλος.

Μόνο που «από τη στιγμή που πρόκειται για ιδιωτικό φορέα, είναι το κράτος αυτό που οφείλει να θέσει σε προτεραιότητα τον απλό κόσμο προωθώντας μια υγιή κοινωνία, λύνοντας τα προβλήματα χωρίς να ευνοεί την κερδοσκοπία, προχωρώντας το μητρώο των ενεργειακών κοινοτήτων που έχει καθυστερήσει έναν χρόνο κι ελέγχοντας όσους εκμεταλλεύονται την κατάσταση».

Η ΜΙΝΩΑ κατά τον πρόεδρο της «είναι μια πραγματική ενεργειακή κοινότητα με στελέχωση μελών που γνωρίζουν τις υποχρεώσεις τους και εθελοντισμό που παράγει κοινωνική δικαιοσύνη και δημοκρατία» Δεν απέρριψε φυσικά ότι «συνεπακόλουθη είναι και η ωφέλεια». Ειδάλλως, όπως κατέληξε «δεν θα μπορούσε να λειτουργήσει όλο αυτό. Γι’ αυτό και λέμε ότι είμαστε εταιρία ωφελιμιστικού κι όχι κερδοσκοπικού χαρακτήρα». Διδάσκει, εξάλλου, διαχείριση κατανάλωσης ενέργειας – όποτε είναι απαραίτητο.

Απώτερος σκοπός, άλλωστε «είναι η αξιοποίηση, όχι η εκμετάλλευση, των ήπιων μορφών ενέργειας και του φυσικού πλούτου της χώρας» που θα ευνοήσουν «τον κάτοικο, το μέλος που έχει δικαιώματα. Αυτή είναι η ουσία της κοινότητας. Η αξιοποίηση των πλουτοπαραγωγικών ενεργειακών πηγών της χώρας απευθείας από τον πολίτη για τον πολίτη άνευ αποκλεισμών». Τα σχέδια υπάρχουν και κατά τον κ. Γιαννόπουλο δεν είναι, σε καμία περίπτωση, μη υλοποιήσιμα. Όπως, ένα από αυτά, η αποθήκευση ηλεκτρικής ενέργειας μέσω αντλησιοταμίευσης ποταμού.

Τι ισχύει για την Αθήνα και τα μεγάλα αστικά κέντρα

Γίνεται κατανοητό ότι εκ φύσεως κι ευνοϊκής γεωγραφίας η δραστηριοποίηση ενεργειακών κοινοτήτων καθίσταται περισσότερο βολική στην ελληνική περιφέρεια, κυρίως δε σε περιοχές αρκετά πιο αραιοκατοικημένες.

Η Σάντυ Φαμελιάρη, ιδρυτικό μέλος και γραμματέας της κοινότητας ΥΠΕΡΙΩΝ που με έδρα την Ηλιούπολη Αθήνας αναπτύσσεται -όλο και περισσότερο- από το 2020 έχοντας φτάσει ν’ αποτελείται πλέον από 128 μέλη, ταυτοποίησε το πρόβλημα στην έλλειψη των απαραίτητων προς αξιοποίηση χώρων που αυξάνουν τον βαθμό δυσκολίας υλοποίησης των έργων. «Είναι η κύρια διαφορά με τις αντίστοιχες πρωτοβουλίες εκτός των αστικών κέντρων» επεσήμανε στην επικοινωνία που είχαμε όταν αναζητήσαμε πληροφορίες για το πώς στην πρωτεύουσα ή άλλες μεγάλες πόλεις είναι εφικτή η παραγωγή ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές και κατ’ επέκταση η ιδιοκατανάλωση.

Παράλληλα, όπως εξήγησε η κ. Φαμελιάρη, «έχουμε δει πως σε πιο μικρές, σε πιο απομονωμένες περιοχές είναι συνήθως πιο εύκολη η συνεργασία με δήμους και άλλους τοπικούς φορείς. Έτσι πολλαπλασιάζεται το θετικό αποτέλεσμα. Εδώ επειδή είμαστε κατακερματισμένοι, μέλη από πολλούς διαφορετικούς δήμους, είναι λιγότερο εφικτό».

«Απόσβεση σε πέντε χρόνια, κέρδος για τουλάχιστον είκοσι»

Πάντως ο ΥΠΕΡΙΩΝ έχει ήδη ολοκληρώσει έναν φωτοβολταϊκό σταθμό ισχύος 500KW επί εδάφους και πλέον «είναι θέμα λίγων εβδομάδων να προχωρήσει η διαδικασία εξηλεκτρισμού με τον ΔΕΔΔΗΕ προκειμένου να αρχίσει κανονικά ο συμψηφισμός».

Πώς υπολογίζεται αυτός ο συμψηφισμός σε αριθμούς; Σύμφωνα τις εκτιμήσεις των επιτελών, «η απόσβεση της επένδυσης για το κάθε μέλος θα γίνει χονδρικά στα πρώτα πέντε χρόνια κι εφεξής οτιδήποτε άλλο θα είναι κέρδος. η σύμβαση έχει ισχύ 25 ετών, οπότε αν δεν αλλάξει κάτι, το νοικοκυριό θα βλέπει αυτό το όφελος για τουλάχιστον μια εικοσαετία».

Στο σύνολο δηλαδή «θα είμαστε 131 ωφελούμενοι. Τα 120 μέλη που συμμετέχουμε στο έργο, αλλά και 9 ευάλωτα νοικοκυριά με 2 κοινωνικές συλλογικότητες που δεν είναι μέλη της κοινότητας, αλλά τους προσφέρουμε το 5% της παραγωγής. Σε μας μάλιστα υπάρχει η ιδιαιτερότητα αυτού του 5% που έχουμε δωρίσει στα ενταγμένα ευάλωτα νοικοκυριά και με χαρά επωμιστήκαμε, άρα σε κάποιες άλλες κοινότητες ενδεχομένως το όφελος να είναι ακόμη μεγαλύτερο». Διότι, ως έχει ειπωθεί ήδη και υπογραμμίζεται δικαιολογημένα από την κ. Φαμελιάρη, «όλοι απειλούμαστε» από την ενεργειακή ένδεια.

Βέβαια ο ΥΠΕΡΙΩΝ για να προχωρήσει στην υλοποίηση του πρώτου σταθμού αναγκάστηκε να αφήσει τον αστικό ιστό και ν’ απευθυνθεί σε όμορη περιφέρεια, βρίσκοντας τον προαπαιτούμενο χώρο στη Στυμφαλία Κορινθίας. «Παλαιότερα και με εξαίρεση την Αθήνα δεδομένου ότι καλύπτει το 50% του πληθυσμού, δεν υπήρχε η δυνατότητα να γίνει η εγκατάσταση απομακρυσμένα ή εκτός της περιφέρειας της έδρας. Τουλάχιστον τώρα με τις Ενεργειακές Κοινότητες Πολιτών, που ορίζει ο νέος νόμος, προβλέπεται αυτή η απελευθέρωση» μάς ενημέρωσε η γραμματέας της αθηναϊκής κοινότητας.

Το πεπαλαιωμένο το δίκτυο και οι ταράτσες των πολυκατοικιών

Προφανέστατα ένα έργο, μικρότερης ή μεγαλύτερης ισχύος, μιας όποιας Ενεργειακής Κοινότητας δεν αρκεί για να καλύψει τις τεράστιες ενεργειακές ανάγκες σ’ έναν κεντρικό ιστό όπως η τεράστια Αττική ή η Θεσσαλονίκη.

Κατά την κ. Φαμελιάρη προτού επιτευχθεί κάτι τόσο μεγάλο, προηγείται ως θεμελιώδη προϋπόθεση η βελτίωση του δικτύου έτσι ώστε να υπάρξει ανταπόκριση στην αυξημένη διάθεση συμμετοχής των τελευταίων δύο ετών συγκριτικά με ό,τι ίσχυε τα προηγούμενα χρόνια. «Αν δεν διορθωθεί, θα καταλήγουμε στο ίδιο σημείο κορεσμού. Απαιτείται μια γενναία αναβάθμιση για να είναι δυνατή η αξιοποίηση όλων αυτών των ΑΠΕ» επέμεινε, γνωρίζοντας εκ των καθυστερήσεων που απαντώνται σε κάθε απόπειρα πόσο απαραίτητος είναι ο εκσυγχρονισμός πανελλαδικώς.

Γι’ αυτό και είναι «πολύ μακρινή» μια εικόνα μεγάλων πόλεων που στις ταράτσες τους αντί για θερμοσίφωνες θα έχουν προσαρμοστεί φωτοβολταϊκά πάνελ. «Ειδικά στις πολυκατοικίες», σημείωσε, καθώς «πρέπει να υπάρξει ομόφωνη απόφαση» των ενοίκων. Εκτός κι αν αλλάξει το ισχύον πλαίσιο και «πάει σε πλειοψηφία» όπως κατέληξε σχετικά.

Ποιος ξέρει όμως…

Πρώτη δημοσίευση https://www.tovima.gr/2024/03/30/green/energeiakes-koinotites-pos-mporoume-na-exoume-dorean-reyma-sto-spiti-mas/